ΣΥΡΙΖΑ εναντίον όλων για τις business στα απορρίμματα

“[...] Ο πολίτης πληρώνει για τα απορρίμματα σήμερα 100 ευρώ ανά τόνο για να δώσει το περιουσιακό αυτό στοιχείο που έχει αξία άνω των 100 ευρώ ανά τόνο στον επιχειρηματία.[...] Υπάρχουν πολύ σημαντικά οικονομικά συμφέροντα στο χώρο των απορριμμάτων. Είτε θα γυρίσουμε τις αξίες αυτές στον πολίτη με βάσει ολοκληρωμένο σχέδιο είτε τα χρήματα θα καταλήξουν στις τσέπες κάποιων μεγαλοεργολάβων”. Τάδε έφη, κατά τη χθεσινή συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση του εθνικού σχεδίου διαχείρισης αποβλήτων, ο προερχόμενος από τους Οικολόγους Πράσινους αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος Γιάννης Τσιρώνης, εγκαινιάζοντας, με τον τρόπο αυτό, μία ψυχροπολεμική περίοδο με την πλειονότητα των εγχώριων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των κατασκευών ή των έργων περιβάλλοντος. Η δεύτερη «βόμβα» προήλθε από το εθνικό σχέδιο διαχείρισης αποβλήτων, που βρίσκεται από την Τρίτη σε δεκαήμερη διαβούλευση, και προβλέπει ότι τα έργα επεξεργασίας υπολειπόμενων συμμείκτων, συνολικής δυναμικότητας 2.404.450 τόνων ανά έτος, τα οποία υλοποιούνται με τη μέθοδο σύμπραξης Δημοσίου Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) «παγώνουν». Στη θέση τους θα αναπτυχθούν δράσεις που θα υλοποιούν, βάσει των τοπικών σχεδίων διαχείρισης, οι ΟΤΑ ή κοινοπραξίες όμορων δήμων και θα στηρίζονται στην διαλογή στην πηγή, τα νοικοκυριά, δηλαδή, θα ξεχωρίζουν τα απορρίμματά τους προτού αυτά κατευθυνθούν στον κάδο. Στόχος είναι οι δήμοι να έχουν άμεσο οικονομικό όφελος από την πώληση των ανακυκλωμένων προϊόντων. Γιατί όμως, το υπουργείο επιδιώκει να καταργήσει τα ΣΔΙΤ; «Πρόκειται για έργα φαραωνικά, μιας και ένας μεσαίος δήμος που παράγει ετησίως 10.000 τόνους σύμμεικτα απορρίμματα, θα πρέπει να πληρώνει ετησίως 650.000 ευρώ» ανέφερε ο κ. Τσιρώνης, τοποθετώντας (προφανώς) το κόστος επεξεργασίας για κάθε τόνο σε 65 ευρώ. Βέβαια, το χρηματοοικονομικό μοντέλο (δείκτες αποδοτικότητας, ύψος επένδυσης, διάρκεια απόσβεσης) στο οποίο θα στηριχθούν οι συγκεκριμένες δράσεις είναι ανύπαρκτο, μιας και ο νέος εθνικός σχεδιασμός αναφέρει απλώς ότι το εγχείρημα στοιχίζει 1,7 δισ. ευρώ, «ποσό που θα επανεξεταστεί για να μειωθεί». Άλλωστε, μόνο 1 δισ. υπολογίζει το αρμόδιο υπουργείο ότι είναι διαθέσιμο για τέτοιου είδους δράσεις μέσω του νέου ΕΣΠΑ. Το πείραμα ξεκινά από το Ελληνικό Κι ενώ η αγορά αναρωτιόταν πώς θα εφαρμοστούν στην πράξη τα τοπικά αυτά σχέδια διαχείρισης, η γραπτή δήλωση της αναπληρώτριας υπουργού Οικονομικών Νάντια Βαλαβάνη ήρθε για να δώσει ένα εύγλωττο παράδειγμα. Σε τμήμα 12 στρεμμάτων της έκτασης 6,2 χιλιάδων στρεμμάτων, θα δημιουργηθεί χώρος που θα εξυπηρετεί το τοπικό σχέδιο διαχείρισης απορριμμάτων των Δήμων Γλυφάδας, Αλίμου, Αργυρούπολης, Ελληνικού και Παλαιού Φαλήρου. Οι Δήμοι αυτοί τουλάχιστον κατά τον τελευταίο ενάμιση χρόνο επεξεργάζονται ένα τοπικό σχέδιο διαχείρισης διαχείρισης. Επίσης, παλαιότερο σχέδιο αξιοποίησης της έκτασης που είχε εκπονήσει η Ελληνικό Α.Ε. προέβλεπε τη δημιουργία στο νοτιοανατολικό άκρο του οικοπέδου πρότυπου σταθμού διαχείρισης απορριμμάτων στη λογική της ανακύκλησης, κομποστοποίησης και επανάχρησης. Προέβλεπε, ταυτόχρονα, και την υλοποίηση σταθμού μεταφόρτωσης απορριμάτων και κέντρου διαλογής ανακυκλώσιμων υλικών στο νοτιοανατολικό άκρο της έκτασης, αλλά και μονάδα επεξεργασίας – ανακύκλωσης αστικών λυμάτων και κομποστοποίησης στο βορειοδυτικό άκρο της έκτασης. Η ιδέα, λοιπόν, δεν είναι καινούργια. Ωστόσο, όπως παρατηρούν παράγοντες της αγοράς, το εγχείρημα, εάν συνδυαστεί με τον πόλεμο που κήρυξε το υπουργείο Περιβάλλοντος κατά των...επιχειρηματικών συμφερόντων και με τα «σβήσε-γράψε» για την ανάπλαση του Ελληνικού, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η μοναδική αξιοποίηση της έκτασης θα αφορά τη δέσμευση χώρου στην περιοχή για την αποθήκευση ανακυκλώσιμων υλικών. Μπορεί δηλαδή, η κυβέρνηση να αμφιταλαντεύεται εάν η βιώσιμη ανάπλαση του Ελληνικού, μέσω της υλοποίησης εμπορικών, οικιστικών χρήσεων και εκτεταμένων χώρων πρασίνου δημιουργεί πλούτο. Έχει, όμως καταλήξει ότι το εμπόριο αλουμινίου, χαρτιού και πλαστικού που θα αποθηκεύεται σε τμήμα του Ελληνικού θα φέρει εξασφαλισμένα έσοδα. Όλα αυτά χωρίς να υπάρχουν απαντήσεις για το εάν είναι δυνατόν το υπουργείο Οικονομικών να παρεμβαίνει στο σχέδιο αξιοποίησης που υπάρχει για την έκταση, όπως και και με ποιο τρόπο μπορεί η έκταση να μεταβιβαστεί στους Δήμους από την Ελληνικό Α.Ε. Ασυνέχεια κράτους Η ακύρωση των έργων ΣΔΙΤ συνιστά θέατρο παραλόγου, αποτελεί σαφής ένδειξη της ασυνέχειας του ελληνικού κράτους και δείχνει την πόρτα εξόδου στους επενδυτές σχολιάζουν παράγοντες της αγοράς. Οι οποίοι προσθέτουν ότι η μετάθεση της ευθύνης για τα έργα διαχείρισης στους ΟΤΑ είναι δίχως νόημα, αφού οι δήμοι και οι περιφέρειες, ήδη, έχουν τον τελικό λόγο για το εάν θα προχωρήσει ένα έργο. Με άλλα λόγια, η επιλογή της μεθόδου διαχείρισης σήμερα, δεν ανήκει στην κυβέρνηση ή στο υπουργείο περιβάλλοντος, αλλά αποφασίζεται και εγκρίνεται από την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Γι’αυτό, εξάλλου, υπάρχουν οι Φορείς Διαχείρισης Απορριμμάτων στους οποίους συμμετέχουν αποκλειστικά οι δήμοι της Περιφέρειας. Για παράδειγμα, στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, η ΔΙΑΔΥΜΑ έχει ως μετόχους τους δήμους της Περιφέρειας. Εξαίρεση αποτελεί η Αττική όπου η αρμοδιότητα για την έγκριση των σχεδίων διαχείρισης απορριμμάτων ανήκει απο κοινού στους δήμους και στην Περιφέρεια. Ακόμη στην Ήπειρο, όπου η κοινοπραξία των εταιρειών Αρχιρόδον - Intrakat – Envitec έχει αναδειχθεί για το εκεί έργο ΣΔΙΤ ύψους 100 εκατ. ευρώ, με προγραμματική σύμβαση οι δήμοι είχαν παραχωρήσει το δικαίωμα δημοπράτησης στην Περιφέρεια. Το ίδιο συμβαίνει και στην Πελοπόννησο, όπου η περιφέρεια εγκρίνει το όποιο σχέδιο διαχείρισης, ενώ οι δήμοι Ηλείας και Αλεξανδρούπολης, μέσω των ΦΟΣΔΑ, δημοπρατούν τα έργα επεξεργασίας. Κοινώς, η Τοπική Αυτοδιοίκηση αποφασίζει εάν θα δημιουργηθεί στην περιοχή επιρροής της ένα υπερσύγχρονο εργοστάσιο επεξεργασίας, μία μικρή μονάδα διαχείρισης, ή εάν το κάθε νοικοκυριό θα υποχρεώνεται σε κομποστοποίηση. Επομένως, όπως εξηγούν επαϊόντες, το υπουργείο Περιβάλλοντος δεν είναι δυνατόν να προχωρήσει στην αναγκαστική ακύρωση των ΣΔΙΤ, αφού αυτά έχουν εγκριθεί από την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα πάντοτε με ειδικούς, το υπό διαβούλευση εθνικό σχέδιο διαχείρισης περιέχει ένα ακόμη «μαργαριτάρι»: οι σύγχρονες μονάδες επεξεργασίας «για τις οποίες δεν έχουν υπογραφεί συμβάσεις μέχρις έγκρισης του παρόντος, θα πρέπει να ανασταλούν». Με άλλα λόγια, εάν ένα έργο είχε συμβασιοποιηθεί πριν από την έναρξη ισχύος του νέου σχεδιασμού, αυτό δεν θα αποτελούσε εστία προβλήματος... Πώς διώχνουν τους επενδυτές Επίσης, το υπουργείο Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας -που διοικεί το δίδυμο των κ.κ. Λαφαζάνη και Τσιρώνη- δεν δίνει δεκάρα, εάν οι εταιρείες που αναδείχθηκαν, ύστερα από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος και υποβολής δεσμευτικών προσφορών της ελληνικής πολιτείας, έχουν δαπανήσει σημαντικά κεφάλαια για να λάβουν τις απαιτούμενες εγκρίσεις. Μόνον η διαδικασία λήψης περιβαλλοντικής αδειοδότησης-που συνοδεύει όλα τα έργα ΣΔΙΤ και πραγματοποιείται με δαπάνη του επενδυτή-στοιχίζει περίπου 300.000 ευρώ... Ακόμη το δίδυμο Λαφαζάνης-Τσιρώνης σφυρίζει αδιάφορα για το εάν τα περισσότερα από τα έργα ΣΔΙΤ που «πυροβολεί», όπως αυτά σε Ηλεία, Πελοπόνησσο και Σέρρες έχουν ενταχθεί στο ΕΣΠΑ. Όπως και για το ότι οι ανάδοχοι, σε περίπτωση ακύρωσης των έργων ΣΔΙΤ, έχουν το δικαίωμα να διεκδικήσουν αποζημιώσεις από το Δημόσιο, μιας και, όπως εξηγούν νομικοί κύκλοι, παραβιάζεται κατάφωρα η αρχή της ασφάλειας δικαίου και της συνέχισης του κράτους, καθώς οι διαγωνισμοί έχουν την έγκριση του Ελεγκτικού Συνεδρίου και του Συμβουλίου της Επικρατείας. Όνειρα θερινής νυκτός Την ίδια στιγμή, με θυμηδία αντιμετωπίζουν παράγοντες της αγοράς όχι μόνο σε Ελλάδα αλλά και εξωτερικό τους στόχους που θέτουν για το 2020 τα συναρμόδια υπουργεία Περιβάλλοντος και Εσωτερικών για ανακύκλωση. Οι συντάκτες, λοιπόν, του εθνικού σχεδίου διαχείρισης φιλοδοξούν ότι μέσα σε πέντε χρόνια θα συλλέγεται χωριστά το 40% του συνολικού βάρους των βιοαποβλήτων, όταν το ποσοστό αυτό σήμερα είναι 1,5%! Εκτιμούν, ακόμη, ότι οι Έλληνες θα ανακυκλώνουν, μέχρι το 2020, κατ ’ελάχιστον, το 60% του συνολικού βάρους των απορριμμάτων από 17% σήμερα... Πάντως, για την ώρα, η χώρα θα πρέπει να διαχειριστεί τα πρόστιμα εκατομμυρίων που «τρέχουν» από τις 2 Ιουνίου και αφορούν τις δεκάδες, ανά την Ελλάδα, ανεξέλεγκτες χωματερές... Πηγή:capital.gr